free counter Κίνα και ΗΠΑ: Η αναζήτηση ενός νέου τρίτου δρόμου συνεργασίας | Briefly.gr

Κίνα και ΗΠΑ: Η αναζήτηση ενός νέου τρίτου δρόμου συνεργασίας

ΕΝΕΡΓΕΙΑ26 Νοεμβρίου, 2025

Ο ΑΔΜΗΕ δεν είναι η μοναδική περίπτωση στην Ευρώπη που έχει επενδύσεις από Κινέζους. Αντιθέτως, εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική που αναδείχθηκε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, όταν η State Grid Corporation of China εξαγόρασε σημαντικά μερίδια σε κρίσιμες υποδομές στη Νότια Ευρώπη, περιλαμβάνοντας χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα.

Σήμερα, το πλαίσιο έχει αλλάξει δραματικά. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει έναν σαφή διαχωρισμό: οι χώρες της Δυτικής και Νότιας Ευρώπης έχουν προχωρήσει σε άνοιγμα των δικτύων τους για προσέλκυση ξένων κεφαλαίων προκειμένου να καλύψουν τις επιτακτικές επενδυτικές ανάγκες της επόμενης δεκαετίας, ενώ οι “κρατικές φρούρια” στο Βορρά και την Ανατολή βλέπουν τα δίκτυα υψηλής τάσης ως θεμελιώδη για την εθνική ασφάλεια.

Στον ανταγωνισμό αυτόν, οι πηγές επιρροής γύρω από τα δίκτυα που είναι κρίσιμα για την ευρωπαϊκή οικονομία έχουν επικεντρωθεί στα χέρια δύο παγκόσμιων δυνάμεων: της Κίνας, η οποία απέκτησε σημαντικά ποσοστά μεταξύ 2012 και 2017 με στόχο όχι μόνο τις αποδόσεις αλλά και την πολιτική επιρροή, και των Ηνωμένων Πολιτειών, που ενώ δεν ειδωθούν ως κρατικοί παίκτες, επενδύουν μέσω μεγάλων εταιρειών όπως η BlackRock, η Vanguard, η Lazard και η KKR.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ανανεωμένου ευρωπαϊκού χάρτη είναι η πρόσφατη πώληση της TenneT Germany. Μετά από αποτυχία των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ολλανδίας και Γερμανίας, λόγω των δημοσιονομικών περιορισμών του Βερολίνου, η ολλανδική κυβέρνηση προχώρησε στην πώληση του 46% της εταιρείας σε μια διεθνή συμμαχία κρατικών επενδυτικών ταμείων, εξασφαλίζοντας 9,5 δισ. ευρώ. Αυτή η απόφαση καταδεικνύει την αναζήτηση ενός «τρίτου δρόμου» για την Ευρώπη: όχι σε κινεζικά κρατικά μονοπώλια, ούτε σε αμερικανικά private equity, αλλά σε θεσμικά κεφάλαια που προσεγγίζουν τις επενδύσεις με μακροπρόθεσμο ορίζοντα και χαμηλή παρέμβαση. Η TenneT αποκαλύπτει πως μπορεί να διαχειριστεί ένα κράτος με περιορισμούς, χωρίς να απεμπολεί τον έλεγχο ή να προκαλεί γεωπολιτικούς κινδύνους. Σημειώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά πως η ήπειρος απαιτεί επενδύσεις ύψους άνω των 584 δισ. ευρώ σε δίκτυα μέχρι το 2030 – ένα ποσό που καμία χώρα δεν μπορεί να καλύψει μόνη της.

Η ελληνική προοπτική

Κατά την τελευταία αναδιάρθρωση του ΑΔΜΗΕ, η Chinese State Grid Corporation (SGCC) συμμετέχει πλέον με 24%, ποσοστό που απέκτησε το 2017 έναντι 320 εκατ. ευρώ, σχετιζόμενο με τις υποχρεώσεις του ελληνικού προγράμματος διάσωσης. Η Συμφωνία Μετόχων της εποχής – αποτέλεσμα των «σκληρών χρόνων» των Μνημονίων, κατά τις οποίες η αποκρατικοποίηση ήταν επιβεβλημένη. Η συγκεκριμένη συμφωνία προσφέρει στη SGCC ενισχυμένα δικαιώματα που δεν αναλογούν στο ποσοστό της, προσθέτοντας περιπλοκές σε τυχόν μελλοντικές αναδιαρθρώσεις μετοχών.

Εξελίξεις γύρω από την επικείμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του ΑΔΜΗΕ έχουν δημιουργήσει ανησυχίες στην αγορά. Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Bloomberg από τη Σιγκαπούρη, δήλωσε ότι το ελληνικό Δημόσιο, το οποίο κατέχει το 51% μέσω της ΑΔΜΗΕ Συμμετοχών, αναζητά σοβαρά διεθνείς επενδυτές. Έτσι, ανακύπτει το ερώτημα σχετικά με τη διαδικασία μιας πιθανής ΑΜΚ, δεδομένου ότι η κινεζική μειοψηφία ήδη διαθέτει σημαντικά δικαιώματα και το Δημόσιο θέλει να διατηρήσει τον ουσιαστικό έλεγχο του Διαχειριστή.

Η συμμετοχή της State Grid στον ΑΔΜΗΕ αποκτά ξεχωριστή διάσταση, καθώς οι ΗΠΑ ανησυχούν για την κινεζική επιρροή σε κρίσιμες ευρωπαϊκές υποδομές, με την κυβέρνηση της Ιταλίας να εκδηλώνει προβληματισμούς σχετικά με το ρόλο της Κίνας στις αντίστοιχες εταιρείες της χώρας.

Η κινεζική διείσδυση στην Ευρώπη

Η κινεζική παρουσία στον τομέα των ευρωπαϊκών Διαχειριστών δεν είναι τυχαία. Αναπτύχθηκε κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης (2011-2017), όταν πολλές χώρες αναγκάστηκαν να ανοίξουν τις υποδομές τους σε ξένα κεφάλαια. Το Πεκίνο εκμεταλλεύθηκε τις ιδιωτικοποιήσεις σε χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα διεκδικώντας στρατηγικές θέσεις.

Στην Πορτογαλία, η State Grid αγόρασε το 25% της REN το 2012 για 387 εκατ. ευρώ, διατηρώντας μέχρι σήμερα την πρωτοκαθεδρία ως ο μεγαλύτερος μεμονωμένος μέτοχος. Στην Ιταλία, μέσω της CDP Reti απέκτησε το 35% που ελέγχει το 29,85% της Terna, διασφαλίζοντας ένα στρατηγικό ποσοστό γύρω στο 10-11% και δυνατότητα βέτο σε κρίσιμες αποφάσεις. Στο Λουξεμβούργο, η China Southern Power Grid ελέγχει το 24,92% της Encevo, της μητρικής της Creos, επιβεβαιώνοντας περαιτέρω τη δύναμη της Κίνας στην ευρωπαϊκή ενεργειακή υποδομή.

Η ανάπτυξη αυτή καθώς και οι επενδύσεις από την Κίνα ανέστειλαν το 2017-2018, όταν ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός ελέγχου ξένων άμεσων επενδύσεων (FDI Screening) από την ΕΕ, κλείνοντας ουσιαστικά την πόρτα σε νέες εξαγορές. Οι υπάρχοντες επενδυτές παρέμειναν στο παιχνίδι, αλλά οι πιθανότητες νέων κινήσεων έχουν περιοριστεί δραστικά, εξηγώντας την ισχυρή αλλά στατική παρουσία της Κίνας στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.

Η αμερικανική διείσδυση

Αντίθετα με την κρατικά κατευθυνόμενη παρουσία της Κίνας, οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει πιο ήπια αλλά και ευρέως στις ευρωπαϊκές υποδομές. Η αμερικανική επιρροή αποτυπώνεται μέσω των μεγάλων επενδυτικών ομίλων αντί κρατικών φορέων, με συμμετοχές σε αρκετούς TSO στην Ευρώπη.

Στην Terna, οι BlackRock και Vanguard διαθέτουν περίπου 5% και πάνω από 3% αντίστοιχα, ενώ και η Lazard κατέχει περίπου 5%. Στην Redeia της Ισπανίας, η BlackRock κινείται στην περιοχή του 4,6-5%, ενώ στον Elia Group του Βελγίου, η αμερικανική συμμετοχή παραμένει πάνω από 2%. Στη National Grid του Ηνωμένου Βασιλείου, οι BlackRock και Vanguard αποτελούν τους μεγαλύτερους μεμονωμένους μετόχους, με τους αμερικανικούς επενδυτές να κατέχουν συνολικά το 26,9% των μετοχών.

Επιπλέον των ευρέως διασπαρμένων συμμετοχών των αμερικανικών κεφαλαίων σε εισηγμένες εταιρείες, παρατηρείται και μια πιο πρόσφατη, επιθετική τάση με την είσοδο των αμερικανικών private equity στον τομέα της ευρωπαϊκής ενέργειας. Η KKR είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς απέκτησε το 49% της Reintel, θυγατρικής του ισπανικού ομίλου Redeia, επενδύοντας σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Αν και η συγκεκριμένη αγορά δεν αφορά άμεσα το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, υποδηλώνει τη σταδιακή χρηματιστήρια των παρακείμενων περιουσιακών στοιχείων και την επέκταση του χαρτοφυλακίου της KKR σε έργα ενέργειας.

Η Blackstone, από την άλλη, εστιάζει στις υποδομές ενεργειακής μετάβασης και στα έργα που αφορούν το «άκρο του δικτύου». Μέχρι στιγμής, δεν έχει αποκτήσει μερίδιο σε βάση ΔΣΜ, αλλά επενδύει σε διασυνδέσεις για να ενισχύσει την ευρωπαϊκή αγορά ενόψει αύξησης της ζήτησης. Η Blackstone αναμένει διπλασιασμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας λόγω της ανάπτυξης της τεχνητής νοημοσύνης και των data centers, γεγονός που την οδηγεί σε περισσότερο επιθετικές τοποθετήσεις σε άμεσα συνδεδεμένα με δίκτυα περιουσιακά στοιχεία.

Καθώς οι ανάγκες σε επενδύσεις δικτύων φθάνουν σε ιστορικά επίπεδα, η Ευρώπη καλείται να αντιμετωπίσει ένα παράδοξο: για να προχωρήσει στην ενεργειακή μετάβαση, θα πρέπει να ανοίξει περαιτέρω τις σπουδαίες υποδομές της σε εξωτερικά κεφάλαια. Στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, κάθε γραμμή υψηλής τάσης δεν είναι πια ένας απλός τεχνικός στόχος, αλλά μια στρατηγική επιλογή για συμμαχίες και ισορροπίες.

Διαβάστε επίσης

Sidebar
Loading

Signing-in 3 seconds...

Signing-up 3 seconds...