
Έντονη αύξηση των περιστατικών αποφρακτικής άπνοιας αναφέρεται κατά τη διάρκεια των καυσώνων, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «European Respiratory Journal».
Η υπνική άπνοια, κατάσταση κατά την οποία η αναπνοή του ατόμου διακόπτεται τη νύχτα, δεν οδηγεί μόνο σε δραματική υπνηλία, αλλά μπορεί επίσης να συντελέσει στην εκδήλωση σοβαρών προβλημάτων υγείας, όπως η υπέρταση, τα εγκεφαλικά επεισόδια, οι καρδιοπάθειες και ο διαβήτης τύπου 2.
Η μελέτη διεξήχθη από επιστήμονες του Ινστιτούτου Υγείας Ύπνου της Αδελαΐδας και του ερευνητικού ιδρύματος FHMRI του Πανεπιστημίου Flinders στην Αυστραλία, οι οποίοι εξέτασαν δεδομένα από 67.558 συμμετέχοντες σε 17 χώρες της Ευρώπης. Οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούσαν αισθητήρες ύπνου κάτω από τα στρώματά τους για να παρακολουθούν τα μοτίβα του ύπνου τους, με τα δεδομένα να περιλαμβάνουν την περίοδο από Ιανουάριο 2020 έως Σεπτέμβριο 2024, όταν σημειώθηκαν κατά μέσο όρο δύο ή τρεις καύσωνες ετησίως ανά περιοχή.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι καλοκαιρινοί καύσωνες ευθύνονται για μια αύξηση στη σοβαρότητα και τη συχνότητα της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας. Πιο συγκεκριμένα, η πιθανότητα εκδήλωσης μέτριας έως σοβαρής άπνοιας αυξάνεται κατά 13% κατά την κορύφωση ενός καύσωνα. Με κάθε αύξηση των θερμοκρασιών κατά 1°C, η εμφάνιση μέτριας έως σοβαρής άπνοιας αυξάνεται κατά 1,1%, ενώ αυτή η τάση ενισχύεται σε συνθήκες υψηλής υγρασίας.
Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει να εξετάσει πιο αναλυτικά τον αντίκτυπο των ζεστών νυχτών στην αναπνοή κατά τον ύπνο, διερευνώντας τους λόγους για τους οποίους η υπνική άπνοια επιδεινώνεται, καθώς και αν στρατηγικές ψύξης ή άλλες αλλαγές στη συμπεριφορά μπορούν να περιορίσουν τις αρνητικές συνέπειες.