Η Κίνα συνεχίζει να επεκτείνει τη θέση της στην αγορά κρίσιμων πρώτων υλών, διαφοροποιώντας τον στρατηγικό της ρόλο και διευρύνοντας την ψαλίδα με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με αναλύσεις από τη Handelsblatt, η Λαϊκή Δημοκρατία έχει προχωρήσει σε 95 συμφωνίες συγχωνεύσεων και εξαγορών στον τομέα αυτό τα τελευταία δέκα χρόνια, δημιουργώντας μια σαφή υπεροχή σε σχέση με τις ΗΠΑ (59 συμφωνίες) και την Ευρωπαϊκή Ένωση (45 συμφωνίες).
Η μελέτη βασίζεται σε δεδομένα από την LSEG, καταγράφοντας τις κινήσεις που έγιναν από το 2015 έως το 2025, με τις συνοδευτικές συμφωνίες να αφορούν έργα εκτός των συνόρων της Κίνας. Επισημάνσεις από ειδικούς, όπως ο Γιούργκεν Μάτες από το Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο, αναδεικνύουν την αποτυχία της Ευρώπης και της Γερμανίας να ανταγωνιστούν τη δράση της Κίνας, αντικατοπτρίζοντας την επείγουσα ανάγκη επίσπευσης των στρατηγικών πρωτοβουλιών στην περιοχή.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας επισημαίνει, μάλιστα, ότι η Κίνα κατέχει σχεδόν το 100% της αγοράς σε ορισμένα κρίσιμα ορυκτά, όπως οι σπάνιες γαίες και το κοβάλτιο. Μέχρι το 2025, οι εξαγορές από κινεζικές εταιρείες στον τομέα των πρώτων υλών έχουν σημειώσει πτώση, με μόνο έξι συμφωνίες να έχουν αναφερθεί, συμπληρώνοντας τη γενικότερη τάση αναντίστοιχης δραστηριότητας από πλευράς ευρωπαϊκών εταιρειών.
Οι ανησυχίες αυξάνονται, αφού η Κίνα επενδύει δυναμικά σε χώρες όπως το Κονγκό, τη Ζιμπάμπουε και την Αυστραλία, επεκτείνοντας την επιρροή της. Οι επικριτές τονίζουν την έλλειψη γρήγορων αποφάσεων στην Ευρώπη, η οποία έχει αποτύχει να δημιουργήσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στον τομέα των πρώτων υλών.
Η κατάσταση εντείνεται, καθώς οι Ευρωπαίοι προγραμματίζουν την ανάπτυξη εγχώριων πόρων, αλλά η γραφειοκρατία και η αργή διαδικασία λήψης αποφάσεων επιβραδύνουν την πρόοδο. Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο Επίτροπο Βιομηχανίας, Stéphane Séjourné, η ταχύτητα αξιολόγησης έργων είναι κρίσιμη για την αξιοποίηση των πρώτων υλών και για τη μείωση της εξάρτησης από ξένες χώρες.
Η στρατηγική της Κίνας στην αγορά πρώτων υλών αποτελεί αποτέλεσμα ενός προγραμματισμένου μεγάλου σχεδίου που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970, ενισχύοντας τη θέση της μέσω ελέγχων και επενδύσεων. Η κατάσταση είναι επικίνδυνη για την ΕΕ, η οποία προσπαθεί τώρα να μειώσει την εξάρτησή της και να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή πρώτων υλών.