Μια νέα εκτενής επιστημονική έρευνα που διεξήχθη από τα Πανεπιστήμια του Μίσιγκαν και της Μινεσότα και δημοσιεύθηκε στο διάσημο περιοδικό Nature Climate Change αποκαλύπτει τη σημαντική συμβολή κάθε επιμέρους τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας του κρέατος στις Ηνωμένες Πολιτείες στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Από την παραγωγή ζωοτροφών μέχρι τη μεταφορά και συσκευασία των τελικών προϊόντων, το σύστημα που στηρίζει την κατανάλωση κρέατος καθίσταται αποδεδειγμένα ενεργοβόρο και περιβαλλοντικά επιβαρυντικό.
Η έρευνα εστιάζει σε τρεις κύριες κατηγορίες κρέατος που καταναλώνονται στη χώρα — το μοσχαρίσιο, το χοιρινό και το κοτόπουλο — αναλύοντας τις περιβαλλοντικές συνέπειες σε κάθε στάδιο της παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής του. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ καταναλώνουν περισσότερους από 11 εκατομμύρια τόνους κρέατος ετησίως, σε 3.531 πόλεις, γεγονός που ισοδυναμεί με εκπομπές 329 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα (CO₂), παρομοίως με τις ετήσιες εκπομπές από την ηλεκτροδότηση εκατομμυρίων σπιτιών.
Η μελέτη αναδεικνύει επίσης τις ανισότητες στις εκπομπές, οι οποίες ποικίλλουν γεωγραφικά. Η σύνδεση ανάμεσα στην κατανάλωση κρέατος ανά κάτοικο και το συνολικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα δεν είναι πάντα γραμμική. Έτσι, πόλεις με παρόμοιες κατανάλωσεις κρέατος μπορούν να εμφανίζουν διαφορετικά επίπεδα εκπομπών, ανάλογα με την τοποθεσία παραγωγής, τον τρόπο μεταφοράς και την επεξεργασία του κρέατος.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, το μοσχαρίσιο κρέας που προορίζεται για το Λος Άντζελες ακολουθεί μια πολυδιάστατη και ενεργοβόρα διαδρομή. Η επεξεργασία του πραγματοποιείται σε εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε δέκα κομητείες, οι οποίες προμηθεύονται ζώα από 469 κομητείες, με τα ζώα αυτά να τρέφονται με ζωοτροφές που καλλιεργούνται σε 828 κομητείες. Αυτή η εκτενής αλυσίδα προσθέτει εκπομπές σε κάθε στάδιο, από την εφαρμογή λιπασμάτων και τη διαχείριση αποβλήτων στις φάρμες μέχρι τις μακρινές μεταφορές με φορτηγά και ψυγεία που καταναλώνουν καύσιμα.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η κατανάλωση κρέατος συνιστά έναν από τους κύριους παράγοντες εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, λόγω όχι μόνο της παραγωγής αλλά και της περίπλοκης εφοδιαστικής αλυσίδας που τη συνοδεύει. Ορίζουν ότι η μείωση της σπατάλης τροφίμων, καθώς και αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, όπως η προτίμηση για εναλλακτικές πηγές πρωτεΐνης ή η μείωση της κατανάλωσης κόκκινου κρέατος, θα μπορούσαν να περιορίσουν στη συνέχεια τις συνολικές εκπομπές που σχετίζονται με τη βιομηχανία κρέατος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η συγκεκριμένη έρευνα αποκτά επιπλέον σημασία, καθώς για πρώτη φορά συσχετίζει γεωχωρικά δεδομένα με τις εκπομπές του κρέατος που καταναλώνεται σε κάθε πόλη. Μέσω προηγμένων εργαλείων ανάλυσης δεδομένων, οι επιστήμονες κατάφεραν να χαρτογραφήσουν τις περίπλοκες διαδρομές ενέργειας, μεταφορών και εκπομπών, αποκαλύπτοντας τη βαθιά εξάρτηση της αμερικανικής διατροφής από ένα ενεργειακά απαιτητικό και ρυπογόνο σύστημα.
Στους συγγραφείς της μελέτης περιλαμβάνεται και ο Δημήτριος Γουναρίδης, Έλληνας ερευνητής και λέκτορας Γεωχωρικών Δεδομένων στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάλυση και οπτικοποίηση των δεδομένων. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα της μελέτης μπορούν να λειτουργήσουν ως σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη πολιτικών βιώσιμης διατροφής και γεωργίας. Αυτό παρέχει στους φορείς χάραξης πολιτικής τη δυνατότητα να προσδιορίσουν ποια στάδια της αλυσίδας οδηγούν σε μεγαλύτερες εκπομπές και να σχεδιάσουν συγκεκριμένα μέτρα για τη μείωσή τους. Το κύριο μήνυμα της έρευνας είναι σαφές: η μείωση των εκπομπών από την κατανάλωση κρέατος δεν μπορεί να προέλθει μόνο από αλλαγές στη γεωργία, αλλά απαιτεί ολοκληρωτική ανατροπή του τρόπου παραγωγής, διακίνησης και κατανάλωσης τροφίμων.
Διαβάστε ακόμη