
Πριν από λίγες εβδομάδες, ο κόσμος των κρυπτονομισμάτων ταράχτηκε με μία από τις μεγαλύτερες εκρήξεις πωλήσεων, που είχε ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση περίπου 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε μοχλευμένες θέσεις σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Η συγκεκριμένη πτώση στο bitcoin και άλλα κρυπτονομίσματα αποτελεί την ένατη αντίστοιχης έντασης καταστροφή από το 2011.
Στην ίδια ακριβώς χρονική στιγμή, οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. συγκεντρώθηκαν στο Λουξεμβούργο για να συζητήσουν την υιοθέτηση κανόνων σε σχέση με τα κρυπτονομίσματα. Σημειωτέον ότι η ατζέντα τους περιλάμβανε κυρίως τα stablecoins, αγνοώντας τα πιο παραδοσιακά κερδοσκοπικά κρυπτονομίσματα, τα οποία παρουσιάζουν ξαφνικές πτώσεις κάθε 2-3 χρόνια.
Η στρατηγική των ευρωπαϊκών αρχών για τα σταθερά κρυπτονομίσματα δημιουργεί νέες δυναμικές στην αγορά. Ο Πασκάλ Ντόναχιου, πρόεδρος του Eurogroup, ανέφερε ότι «οι υπουργοί Οικονομικών, η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντάλλαξαν σκέψεις σχετικά με τα σταθερά κρυπτονομίσματα», υπογραμμίζοντας την πρόβλεψη ότι τα stablecoins θα αποκτήσουν αυξανόμενη σημασία στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ποιες ήταν οι προηγούμενες συνθήκες; Από τη μία πλευρά, η αυξανόμενη αστάθεια στα κυμαινόμενα κρυπτονομίσματα παραμένει με επισφαλείς αποδόσεις οι οποίες, αν και ελκυστικές, καθιστούν τους επενδυτές επιφυλακτικούς. Από την άλλη πτυχή, οι ΗΠΑ και η Κίνα κυριαρχούν στα stablecoins. Η Tether, η εταιρεία πίσω από το USDT, που είναι το πιο γνωστό σταθερό κρυπτονόμισμα, ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να λανσάρει ένα νέο stablecoin, το USAT, στοχεύοντας να συμμορφώνεται με τη νομοθεσία των ΗΠΑ.
Η Ευρώπη επιδιώκει πλέον να διεκδικήσει το δικό της μερίδιο στην αγορά ρυθμισμένων κρυπτονομισμάτων, υποστηρίζοντας περισσότερες εκδόσεις που θα σχετίζονται με το ευρώ. Αυτή η προσπάθεια έρχεται σε καιρό αβεβαιότητας για το δολάριο, εν μέρει λόγω της πολιτικής του Τραμπ.
Αντίθετα με τα κρυπτονομίσματα όπως το bitcoin, τα stablecoins δεν υποσχέθηκαν «εκρηκτικά κέρδη». Ενσωματώνονται σε σταθερές αξίες, διατηρώντας χαμηλότερες αποδόσεις. Παρόλ’ αυτά, κερδίζουν σταθερά έδαφος λόγω της ψηφιακής ευελιξίας τους και της κανονιστικής ασφάλειας, παρέχοντας οφέλη στους επενδυτές και στα κράτη.
Ωστόσο, τα stablecoins ενέχουν κινδύνους, αν και σε μικρότερο βαθμό από τα τυπικά κρυπτονομίσματα, κάνοντάς τα να απαιτούν κανόνες που θα επιτρέπουν μεγαλύτερα οφέλη με λιγότερους κινδύνους.
Για τους πολίτες-επενδυτές, αυτά τα ψηφιακά νομίσματα επιφέρουν χαμηλού κόστους διασυνοριακές συναλλαγές, ελαχιστοποιώντας τις πρόσθετες χρεώσεις και καθυστερήσεις που προκύπτουν από παραδοσιακά τραπεζικά συστήματα.
Όσον αφορά τα κράτη και την ευρωπαϊκή οικονομία, τα stablecoins ενισχύουν τη ζήτηση για κρατικά χρέη, καθώς οι εκδότες τους υποχρεούνται να διατηρούν ρευστά αποθεματικά. Αυτό μπορεί, θεωρητικά, να ενισχύσει τις μακροχρόνιες αγορές τίτλων δημοσίου ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στην ψηφιοποίηση της οικονομίας.
Η ταχεία ανάπτυξη των stablecoins, οι οποίοι φτάνουν σε κεφαλαιοποίηση 166 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2023, ανησυχεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς η κυριαρχία του δολαρίου θέτει σε κίνδυνο το ευρώ. Ως απάντηση, η ΕΚΤ επιδιώκει να αποκτήσει τον έλεγχο της αγοράς μέσω της προώθησης ενός ψηφιακού ευρώ.
Στις τελευταίες συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης εξέφρασε τη θέση της Αθήνας, τονίζοντας την ανάγκη για καινοτομία και αυτορρύθμιση: «Το ζήτημα των stablecoins απαιτεί να βρούμε το σωστό σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ρίσκα και τις ευκαιρίες. Δεν πρέπει να αποκλείσουμε την Ευρώπη με υπέρμετρους περιορισμούς από τον υπόλοιπο κόσμο».