Το προηγούμενο έτος, οι αναλυτές προέβλεπαν ότι η κλιμάκωση των αμερικανικών δασμών στα αγαθά που εξάγονται από την ευρωζώνη, οι οποίοι θα αυξάνονταν από 1,5% το 2024 σε 13,1% το 2025, θα προκαλούσε σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην ευρωπαϊκή οικονομία, όπως αναφέρεται στην τελευταία έκθεση του Δελτίου Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank.
Τρεις παράγοντες ενίσχυσαν αυτή την εκτίμηση. Αρχικά, η επιβολή ευρωπαϊκών αντεπίθετων μέτρων θα αύρυνε άμεσα το κόστος των εισαγωγών, αυξάνοντας το πληθωριστικό βάρος και επηρεάζοντας τις αλυσίδες εφοδιασμού. Επιπλέον, οι δασμοί στους αμερικανικούς προϊόντους αναμένονταν να οδηγήσουν σε υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου, εφόσον αυξάνονταν τα επιτόκια από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και μειωνόταν το εμπορικό έλλειμμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Τέλος, η αβεβαιότητα στη εμπορική πολιτική αναμενόταν να έχει έντονη επίδραση στις επιχειρηματικές επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη, υπερβαίνοντας την επίδραση των δασμών.
Ωστόσο, πολλές από αυτές οι υποθέσεις δεν επιβεβαιώθηκαν, όπως δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Christine Lagarde, κατά την ομιλία της στις 30 Σεπτεμβρίου 2025. Μετά την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ του Ιουλίου 2025, η Ευρώπη ακύρωσε τα αντίμετρα που είχαν προγραμματιστεί για προϊόντα αξίας 26 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η πίεση από μεγάλες βιομηχανίες και οι ανησυχίες για τη μείωση της αμερικανικής υποστήριξης στον πόλεμο στην Ουκρανία πυροδότησαν αυτήν την απόφαση, αποφεύγοντας σοβαρές αναταράξεις στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η ισοτιμία του ευρώ δεν υποχώρησε όπως αναμένονταν. Αντιθέτως, ανατιμήθηκε κατά 13% από την αρχή του 2025 έναντι του δολαρίου, υποδηλώνοντας ότι οι επενδυτές αρχίζουν να αμφισβητούν τη θέση του δολαρίου ως «ασφαλές καταφύγιο» στη διεθνή οικονομία. Αυτή η ανατίμηση συνδέεται επίσης με την εκτόξευση της τιμής του χρυσού, η οποία έφτασε τα 4.300 δολάρια ανά ουγγιά, καθώς οι επενδυτές και οι κεντρικές τράπεζες στρέφονται σε αυτό το πολύτιμο μέταλλο εν μέσω των υψηλών αβεβαιοτήτων.
Οι ευρωπαϊκές χώρες με μεγαλύτερη εξάρτηση από τις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες προκλήσεις, όπως οι χώρες όπως η Ιρλανδία, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Ιταλία. Αντίθετα, χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, με χαμηλότερο ποσοστό εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, αναμένονται να επηρεαστούν λιγότερο.
Η επιρροή της αβεβαιότητας τελικά αποδείχθηκε μικρότερη από ότι προέβλεπαν πολλοί αναλυτές, καθώς η απρόβλεπτη εμπορική πολιτική της διοίκησης Τραμπ έγινε αποδεκτή σαν μέρος της κανονικότητας και η αβεβαιότητα μειώθηκε γρήγορα μετά τη συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ.
Προκειμένου να στηρίξει την ευρωπαϊκή ανάπτυξη, η ΖτΕ έχει ήδη αρχίσει να παίρνει μέτρα. Οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να προσφέρουν 0,25 ποσοστιαίες μονάδες στην ανάπτυξη της ευρώπης. Παράλληλα, νέες εμπορικές συμφωνίες, όπως με το Μεξικό και το Mercosur της Νότιας Αμερικής, θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις προσδοκίες ανάπτυξης.
Αναμένοντας την πλήρη εκτίμηση των επιπτώσεων από τους αμερικανικούς δασμούς, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που εξάγουν προς τις ΗΠΑ προσαρμόζονται σταδιακά, απορροφώντας την πίεση στα κέρδη τους. Ειδικά για το φάρμακο, η εξάρτηση από την αμερικανική αγορά είναι σημαντική.
Άλλοι κλάδοι, όπως ο τομέας των οχημάτων και μηχανημάτων, επηρεάζονται επίσης, αν και σε μικρότερο βαθμό. Η τελική επίδραση θα εξαρτηθεί από την ελαστικότητα της ζήτησης εκ μέρους των αμερικανών εισαγωγέων και την ικανότητα των ευρωπαϊκών εξαγωγικών επιχειρήσεων να επανακατευθύνουν τις πωλήσεις τους.
Τέλος, η εσωτερική αγορά της Ευρώπης αποδεικνύεται πιο κρίσιμη για το εμπόριο από την παγκόσμια, καθώς μια μικρή αύξηση στο εμπόριο εντός της ζώνης θα μπορούσε να αντισταθμίσει την απώλεια εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας προγραμματίζεται στο 3,0% για το 2025 και στο 3,1% για το 2026, παραμένοντας στο φόντο μιας αναπάντεχης αβεβαιότητας.
Οι θέσεις των επενδυτών για το ευρώ παραμένουν θετικές, αν και έχουν υποχωρήσει ελαφρώς. Στην αγορά ομολόγων των ΗΠΑ παρατηρούνται σταθεροποιητικές τάσεις, με τις αποδόσεις να παραμένουν σε επίπεδα που δείχνουν τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα.