Σε μια περίοδο όπου οι πληθωριστικές πιέσεις και οι αυξημένες δημοσιονομικές απαιτήσεις βρίσκονται στο προσκήνιο, η Μονάδα Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας της Eurobank δημοσίευσε μια σημαντική μελέτη με τίτλο «Πληθωρισμός και Φορολογική Επιβάρυνση των Νοικοκυριών». Οι συντάκτες της έκθεσης περιλαμβάνουν τους Δρ. Τάσο Αναστασάτο (Επικεφαλής Οικονομολόγος), Δρ. Θεόδωρο Ράπανο (Ερευνητής Οικονομολόγος) και Δρ. Θεόδωρο Σταματίου (Ανώτερος Οικονομολόγος). Η μελέτη εστιάζει στην επίδραση της έλλειψης τιμαριθμικής προσαρμογής στη φορολογική κλίμακα, αναλύοντας πώς αυτή έχει επηρεάσει τη φορολογική επιβάρυνση των ατόμων κατά την περίοδο 2022-2023, με έμφαση στα μεσαία εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις. Παράλληλα, αξιολογεί τις δημοσιονομικές συνέπειες διαφορετικών σεναρίων προσαρμογής, αναδεικνύοντας τη σημασία της φορολογικής πολιτικής στην ισορροπία κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων.
Η κύρια πηγή φορολογητέου εισοδήματος για τους Έλληνες πολίτες προέρχεται από μισθούς και συντάξεις, φτάνοντας σχεδόν το 70% το 2023. Σε σύγκριση, τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα καλύπτουν μόλις το 9%. Έτσι, 4 στα 5 ευρώ που δηλώνονται από φυσικά πρόσωπα εντάσσονται στην προοδευτική φορολογική κλίμακα των μισθωτών.
Η προοδευτική φορολογία συνεπάγεται την έννοια της “ολίσθησης κλιμακίου”. Όταν οι μισθοί αυξάνονται ονομαστικά αλλά δεν καλύπτουν τις πληθωριστικές πιέσεις, οι φορολογούμενοι συχνά καταλήγουν σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια, ενώ οι σταθεροί φόροι επηρεάζουν όλους. Έτσι, καθίσταται φανερός ένας “πληθωριστικός φόρος” που ενισχύει τα δημόσια έσοδα, όμως περιορίζει την κατανάλωση.
Η ανάλυση επικεντρώνεται στις επιπτώσεις των πληθωριστικών συνθηκών 2022-23, εφαρμόζοντας τρία σενάρια για την τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας (πλήρης, μερική και ήπια) και εξετάζοντας τέσσερις τομείς: την αύξηση των φορολογικών εσόδων λόγω μη τιμαριθμοποίησης, την επίδραση στα διαθέσιμα εισοδήματα, τις διαφοροποιήσεις ανά εισοδηματική κλίμακα και τη συγκριτική φορολογική θέση της Ελλάδας ανάμεσα σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Σύμφωνα με δεδομένα από την ΑΑΔΕ, η φορολογική επιβάρυνση αυξήθηκε από το 9,9% το 2021 στο 11,1% το 2023, με τη μη τιμαριθμοποίηση να αναλογεί σε ποσοστό 37% αυτής της αύξησης. Αν είχε εφαρμοστεί πλήρης τιμαριθμοποίηση, τα φορολογικά έσοδα θα ήταν 9,2% χαμηλότερα φέτος, και το ποσοστό αυτό προγραμματίζεται να εκτοξευθεί και το 2024.
Έρευνες αποδεικνύουν ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών ενισχύει τη συμμόρφωση και περιορίζει τη φοροδιαφυγή, γεγονός που προστατεύει τα δημόσια έσοδα. Ακόμα, με πλήρη τιμαριθμοποίηση, οι απώλειες για το 2023 δεν ξεπερνούν το €0,81 δισ., διασφαλίζοντας το πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ. Με ήπια προσαρμογή, αυτές οι απώλειες περιορίζονται στα €0,5-€0,6 δισ.
Η μη τιμαριθμοποίηση ευθύνεται για το 47% της αύξησης του φόρου για μισθούς και συντάξεις, ενώ μόλις 16% για ελεύθερους επαγγελματίες. Συγκεκριμένα, η αύξηση του φόρου για τους μισθωτούς οφείλεται αποκλειστικά στη μη προσαρμογή, με την επιβάρυνση αυτή να διαφέρει αισθητά ανά κατηγορία εισοδήματος.
Τα πιο ευάλωτα οικονομικά στρώματα, τα οποία προσβάλλονται περισσότερο από την “ολίσθηση της κλίμακας”, παθαίνουν μεγαλύτερη ζημιά, καθώς το μεσαίο 40%-70% πληρώνει έως και 32% περισσότερους φόρους, ενώ τα πιο φτωχά στρώματα δεν επωφελούνται από την τιμαριθμοποίηση.
Μια πλήρης τιμαριθμοποίηση θα ήταν ωφέλιμη για τους πολλούς, εκτός από το πλουσιότερο 10%, με τον μεγαλύτερο ωφελούμενο να είναι ο διάμεσος μισθωτός. Σε σύγκριση με άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, η Ελλάδα έχει μέσο επίπεδο φορολογικής επιβάρυνσης, όμως για ζευγάρια με παιδιά, η επιβάρυνση εδώ είναι η μεγαλύτερη εξαιτίας των πιο χαμηλών επιδομάτων και υψηλότερων εισφορών.
Το αφορολόγητο όριο ανέρχεται στο 62% του διάμεσου μισθού, με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή να ενεργοποιείται νωρίτερα σε σχέση με άλλες χώρες (στο 225% του διάμεσου μισθού).
Η πολιτική φορολόγησης στην Ελλάδα απαιτεί προσαρμογή στις ιδιαιτερότητες της οικονομίας, με στόχους όπως η υψηλή κατανάλωση και η ανάγκη για επιστροφή ειδικά καταρτισμένων εργαζομένων.
Στη μελέτη προτείνονται:
1. Αυτόματα τιμαριθμικά κριτήρια για τα φορολογικά κλιμάκια.
2. Στοχευμένες προσαρμογές για τα χαμηλά εισοδήματα, χωρίς να παραμελούνται τα μεσαία.
3. Ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο για τη σταδιακή προσαρμογή με βάση τις ανάγκες της εκάστοτε περιόδου.
Η τιμαριθμοποίηση παρουσιάζεται ως μια διαρθρωτική λύση στο πρόβλημα και μπορεί να συνδυαστεί με άλλες μεταρρυθμίσεις για την καλύτερη κατανομή των βαρών και την αύξηση της δηλωμένης εργασίας και των επενδύσεων.
Επιπλέον, οι παρεμβάσεις στην άμεση φορολογία κρίνονται πιο αποτελεσματικές σε σχέση με αλλαγές στην έμμεση φορολογία, προσφέροντας μεγαλύτερη ευθυγράμμιση με τους παραγωγικούς στόχους της χώρας.
Για περισσότερες ειδήσεις, επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα.