Η ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Ελλάδα μπαίνει σε τροχιά υλοποίησης με ένα νέο πρόγραμμα που ξεκίνησε τον Ιούλιο και αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Μάιο του 2026. Το εγχείρημα, που είναι υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας, χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και συνεργάζεται με το Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) στην Αθήνα, όπως ανέφερε η Τεχνικά Υπεύθυνη των Συστημάτων Υγείας στο Περιφερειακό Γραφείο Ευρώπης του ΠΟΥ, Λενιώ Καψάσκη, κατά τη διάρκεια συνέντευξής της στο Πρακτορείο FM με την Τάνια Μαντουβάλου.
Ο στόχος αυτού του προγράμματος είναι η αναβάθμιση της ΠΦΥ στην Ελλάδα, με έμφαση στην ποιότητα, την προσβασιμότητα και τη βιωσιμότητα των υπηρεσιών. Η κυρία Καψάσκη τόνισε ότι οι αρμόδιοι του ΠΟΥ στοχεύουν στη δημιουργία ενός δίκαιου και ανθεκτικού συστήματος υγείας που θα ωφελήσει όλους, ιδιαιτέρως τις ευάλωτες ομάδες και τις απομακρυσμένες περιοχές, όπου η πρόσβαση σε νοσοκομειακή φροντίδα είναι περιορισμένη.
«Στηρίζουμε ενεργά το Υπουργείο Υγείας, ιδίως την Αναπληρώτρια Υπουργό κυρία Αγαπηδάκη, μέσω προτάσεων και δράσεων. Εξετάζουμε τις ευαλωτότητες που σχετίζονται με την φροντίδα των χρόνιων παθήσεων, οι οποίες αποτελούν αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο βάρος για το σύστημα υγείας και συμβάλλουν στην εισαγωγή ασθενών στα νοσοκομεία ενώ θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν πρωτοβάθμια. Επίσης, θεωρούμε πολύ σημαντική την εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας και την αξιοποίηση δεδομένων. Ένας άλλος τομέας που μας απασχολεί είναι η ικανότητα λήψης αποφάσεων που να αντανακλά τις πραγματικές τοπικές ανάγκες», επεσήμανε.
Σύμφωνα με την ειδικό, ο ΠΟΥ αναλαμβάνει ρόλο συντονιστή και τεχνικού εταίρου στο πρόγραμμα, παρέχοντας διεθνή εμπειρία και επιστημονική τεκμηρίωση στις ελληνικές αρχές. «Οι προτεινόμενες δράσεις θα είναι εφαρμόσιμες, αποτελεσματικές και στοχευμένες στα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα. Η συνεργασία είναι βασική προϋπόθεση για την επίτευξη ουσιαστικής προόδου, γι’ αυτό κι εργαζόμαστε με κυβερνήσεις, υπουργεία, κοινότητες και άλλους οργανισμούς», δήλωσε. Η κυρία Καψάσκη ανέφερε επίσης ότι υπάρχει ελπίδα για σημαντικές αλλαγές το επόμενο διάστημα, βασισμένες στη συνεργασία με φορείς και υγειονομικές περιφέρειες.
«Το πρόγραμμα θα αποφέρει καλύτερη οργάνωση των υγειονομικών δομών στοχεύοντας στις ανάγκες της κάθε κοινότητας. Μέσω των δεδομένων, το κράτος θα μπορεί να αποφασίζει για την στελέχωση, τις ειδικότητες και τον αναγκαίο εξοπλισμό. Θα βελτιωθούν οι παραπομπές – ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν πού να απευθυνθούν και πώς να επιστρέψουν στην ΠΦΥ», ανέφερε. Στοχεύουμε στην ενδυνάμωση του προσωπικού μέσω επιμορφώσεων και μεθόδων όπως η τηλεϊατρική, καθώς και στην ανάπτυξη ψηφιακής πλατφόρμας για την υποστήριξη τεκμηριωμένων αποφάσεων. Πρόκειται για μια νέα προσέγγιση στην πρωτοβάθμια φροντίδα, με τον πολίτη στο επίκεντρο. Οι τέσσερις βασικοί πυλώνες μας είναι:
– Ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες.
– Πρόληψη και διαχείριση χρόνιων παθήσεων.
– Εκπαίδευση και ενδυνάμωση των επαγγελματιών υγείας.
– Αξιοποίηση δεδομένων και νέων τεχνολογιών για την υποστήριξη καλύτερων αποφάσεων.
Η φροντίδα στο σπίτι προγραμματίζεται να είναι μία από τις βασικές προτεραιότητες, με τις διδάγματα από την πανδημία να φαίνονται καθοριστικά.
Όσον αφορά χώρες πρότυπα, η κυρία Καψάσκη τόνισε την Πορτογαλία, η οποία έχει πραγματοποιήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην ΠΦΥ. «Μαθαίνουμε από τις εμπειρίες τους και προσαρμόζουμε τις στρατηγικές στις δικές μας ανάγκες. Τίποτα που εφαρμόζουμε στην Ελλάδα δεν είναι πανομοιότυπο με άλλες χώρες», σημείωσε.
Επιπλέον, η ανάγκη για φροντίδα στο σπίτι είναι άμεση προτεραιότητα του προγράμματος. Έχουν γίνει μελέτες για το πώς μπορεί να εφαρμοστεί ένα μοντέλο πρωτοβάθμιας φροντίδας στο σπίτι, καλύπτοντας ανάγκες που διαπιστώθηκαν σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα φροντίδας και την ασφάλεια των ασθενών με στόχο τη νέα στρατηγική στην πρωτοβάθμια φροντίδα. Η υγεία δεν μπορεί να περιμένει. Η πανδημία έχει αναδείξει τη σημασία της ανθεκτικότητας και της πρόληψης, και τώρα είναι η ώρα να επενδύσουμε στην ΠΦΥ για να είμαστε έτοιμοι για τις μελλοντικές προκλήσεις και να ελαχιστοποιήσουμε τις ανισότητες στην υγεία», κατέληξε η Λενιώ Καψάσκη.