
Στην εκκίνηση ενός νέου κύκλου ερευνών στον τομέα των υδρογονανθράκων, βρίσκονται τώρα Έλληνες και ξένοι επενδυτές, καθώς και η Πολιτεία. Οι αρχικές ενέργειες έχουν υλοποιηθεί, όμως ο πραγματικός αγώνας αρχίζει τώρα. Οι επόμενοι μήνες θα αποκαλύψουν εάν το ελληνικό σύστημα είναι ικανό να στηρίξει αυτή την φιλόδοξη προσπάθεια, μπροστά σε ένα επίπονο τεστ αδειοδοτήσεων, νομικών ελέγχων και τεχνικών αποφάσεων. Στελέχη του κλάδου επισημαίνουν: «Η Πολιτεία καλείται να δώσει εξετάσεις για το μέλλον των υδρογονανθράκων, εξετάσεις στις οποίες στο παρελθόν είχε αποτύχει».
Για να διατηρηθεί η δυναμική και να μην χαθεί το momentum, οι ειδικοί τονίζουν την ανάγκη για τρείς βασικές παραμέτρους: γρήγορες αδειοδοτήσεις με σεβασμό στο περιβάλλον, ενεργοποίηση των κρατικών υποδομών και επικοινωνία με τις τοπικές κοινωνίες. Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις θα κρίνουν τη βιωσιμότητα των χρονοδιαγραμμάτων και των προβλέψεων των εταιρειών. Πηγές από την αγορά αναφέρουν ότι το σχέδιο και οι χρονικοί στόχοι είναι ρεαλιστικοί, εφόσον όλοι οι εμπλεκόμενοι συνεργαστούν άμεσα.
Την προσεχή Τρίτη, η κοινοπραξία Chevron – HELLENiQ ENERGY έλαβε έγκριση για τους περιβαλλοντικούς όρους του θαλάσσιου block «Νότια Πελοπόννησος», έκτασης 7.974 τ.χλμ. Η Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΥΠΕΝ έδωσε το πράσινο φως στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, σηματοδοτώντας ένα κρίσιμο πρώτο βήμα για την έναρξη των υπεράκτιων ερευνητικών εργασιών.
Η απόφαση καλύπτει το σύνολο των δραστηριοτήτων της κοινοπραξίας, συμπεριλαμβανομένων των σεισμικών ερευνών, των ερευνητικών γεωτρήσεων, της ανάπτυξης και παραγωγής, καθώς και της απομάκρυνσης των εγκαταστάσεων στο πέρας του έργου. Έχει προγραμματιστεί ειδική Μονάδα Περιβάλλοντος για τη συνεχή παρακολούθηση των δραστηριοτήτων και σύστημα ταχείας περιβαλλοντικής ανταπόκρισης, με δυνατότητα άμεσης αναστολής των εργασιών αν εντοπιστούν ευαίσθητα είδη ή νέες επιστημονικές ενδείξεις.
Οι πρώτες σεισμικές έρευνες προγραμματίζονται για το δεύτερο εξάμηνο του 2026, και απαιτείται η εκπόνηση αναλυτικού Περιβαλλοντικού Σχεδίου Δράσης (EAP) που θα προσδιορίζει μέτρα προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η έγκριση της ΑΕΠΟ διευκολύνει την προετοιμασία για την ενεργοποίηση της σύμβασης παραχώρησης Chevron – HELLENiQ ENERGY, η οποία, σύμφωνα με τον υπουργό Σταύρο Παπασταύρου, αναμένεται να κατατεθεί προς κύρωση στη Βουλή τον Ιανουάριο του 2026. Αυτή η σύμβαση θα καλύπτει και τα υπόλοιπα blocks που η κοινοπραξία έχει εξασφαλίσει από τον διεθνή διαγωνισμό «Νότια της Κρήτης I», «Νότια της Κρήτης II» και «Α2», δημιουργώντας ενιαίο πλαίσιο για την είσοδο της Chevron στον ελληνικό τομέα υδρογονανθράκων.
Ωστόσο, η κατάσταση στην Κρήτη είναι πιο περίπλοκη. Σύμφωνα με πηγές από το energygame.gr, το ζήτημα των ερευνών στο block «Νοτιοδυτικά της Κρήτης» αποδεικνύεται ιδιαίτερα απαιτητικό. Ο αντιπρόεδρος της ExxonMobil, Τζον Άρντιλ, είχε αναφέρει ότι τα δύο οικόπεδα που έχουν παραχωρηθεί στην εταιρεία και την Helleniq Energy είναι δύσκολα λόγω του μεγάλου θαλάσσιου βάθους. Η ανάλυση των τρισδιάστατων σεισμικών δεδομένων συνεχίζεται και αναμένεται να ολοκληρωθεί στο πρώτο εξάμηνο του 2026. Με βάση τα αποτελέσματα, θα αποφασιστεί εάν θα προχωρήσει η ερευνητική γεώτρηση στο block «Νοτιοδυτικά της Κρήτης», το οποίο θεωρείται πιο ώριμο σε σχέση με το «Δυτικά της Κρήτης», γεγονός που απαιτεί περισσότερους χρόνους.
Ετυνομίες κρατικών υποδομών και μηχανισμών περιμένει πλέον το Block 2, το πιο προηγμένο «οικόπεδο» της Ελλάδας για γεώτρηση. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η περιοχή μπορεί να διαθέτει δυνητικό κοίτασμα έως και 200 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου, καθιστώντας το έργο ένα από τα πιο στρατηγικά ενεργειακά bets της επόμενης πενταετίας. Με την υπογραφή της συμφωνίας – στην οποία η ExxonMobil αποκτά το 60% της παραχώρησης (ExxonMobil 60%, Energean Hellas 30%, HelleniQ Upstream Δυτική Κέρκυρα 10%) – το ενδιαφέρον εστιάζεται στην επανεπεξεργασία των τρισδιάστατων σεισμικών δεδομένων του 2022 με την πιο σύγχρονη τεχνολογία, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ακριβής εικόνα του υπεδάφους και να σχεδιαστεί ένα ασφαλές πρόγραμμα ερευνητικής γεώτρησης.
Η συγκεκριμένη επένδυση θα κυμανθεί από 50–100 εκατ. δολάρια και θα καθορίσει την τοποθεσία του γεωτρύπανου. Εάν ο κρατικός μηχανισμός δράσει ταχύτατα και οι αδειοδοτήσεις ολοκληρωθούν εντός του 2026, η πρώτη ερευνητική γεώτρηση μπορεί να ξεκινήσει στα τέλη του 2026 ή στις αρχές του 2027. Η χρονική αυτή αναφορά σχετίζεται και με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό της Energean, που ενεργεί ως operator για το Block 2 και θα μισθώσει το γεωτρύπανο που θα χρησιμοποιηθεί και στο ισραηλινό κοίτασμα Katlan. Τα πρώτα αποτελέσματα σχετικά με την ύπαρξη υδρογονανθράκων αναμένονται προς τα τέλη του 2027.
Σε περίπτωση θετικών ευρημάτων, θα ξεκινήσει δεύτερη φάση επιβεβαιωτικών γεωτρήσεων για τον ακριβή προσδιορισμό του μεγέθους του ταμιευτήρα. Μόνο τότε η κοινοπραξία θα προχωρήσει στη μεγάλη επένδυση ανάπτυξης του κοιτάσματος, που υπολογίζεται από 5–10 δισ. δολάρια για εγκαταστάσεις, αγωγούς και υποδομές επεξεργασίας φυσικού αερίου. Αν οι διαδικασίες προχωρήσουν ομαλά, η παραγωγή φυσικού αερίου εκτιμάται να ξεκινήσει μετά το 2030, πιθανότατα στο διάστημα 2030-2035. Στελέχη της αγοράς επισημαίνουν ότι οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν μονάχα όταν διασφαλιστούν σωστοί εμπορικοί και ρυθμιστικοί όροι που θα καταστήσουν την επένδυση βιώσιμη.
Ένας ακόμα καθοριστικός παράγοντας για τις ερευνητικές γεωτρήσεις στα θαλάσσια blocks της Δυτικής Ελλάδας και της Κρήτης είναι η ύπαρξη κατάλληλων λιμενικών υποδομών. Ωστόσο, η γραφειοκρατία παραμένει εμπόδιο: το λιμάνι της Πάτρας, αν και έχει εγκριθεί από την Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων το καλοκαίρι του 2024, αναμένει το Προεδρικό Διάταγμα για το masterplan που έχει υποβληθεί από το 2022. Είναι το πιο ώριμο λιμάνι για την υποστήριξη της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αντίστοιχοι βηματισμοί έχουν γίνει και στην Ηγουμενίτσα, που όμως βρίσκεται σε πολύ πιο πρώιμο στάδιο.
«Η Πολιτεία οφείλει να κινηθεί γρήγορα, δίχως εκπτώσεις στην ποιότητα και τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις, διασφαλίζοντας ότι οι υποδομές, κυρίως τα λιμάνια, θα είναι έτοιμες όταν χρειαστεί. Η Ελλάδα έχει για πρώτη φορά την ευκαιρία να προχωρήσει από τη θεωρία στην πράξη με μια τεκμηριωμένη και αξιόπιστη προοπτική, αρκεί να υπερκεραστούν οι καθυστερήσεις και να λειτουργήσει ένας ενιαίος μηχανισμός αδειοδότησης, ελέγχων και υποστήριξης, που θα προστατεύει το περιβάλλον και θα προσφέρει σημάδι αξιοπιστίας στους επενδυτές», τονίζουν πηγές του κλάδου.
Διαβάστε ακόμη