Η Ελλάδα καλείται να επανεξετάσει την αξιοποίηση ενός από τα πιο σημαντικά όμως και παραμελημένα ενεργειακά της πλεονεκτήματα: το γεωθερμικό της δυναμικό. Παρά την ευνοϊκή γεωλογική της κατάσταση, η χώρα παραμένει πίσω στην εκμετάλλευση της γεωθερμικής ενέργειας, με πολλά έργα να παραμένουν ημιτελή ή να περιορίζονται σε ερευνητικό επίπεδο. Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες επιδιώκει να αλλάξει την κατάσταση αυτή, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες από το energygame.gr, δύο έργα ηλεκτροπαραγωγής από γεωθερμία βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο στη Λέσβο, με στόχο να αποδείξουν την πρακτική αξία της τεχνολογίας για τον εμπλουτισμό και την ενίσχυση του ελληνικού ενεργειακού μείγματος.
Η Λέσβος, που έχει ήδη ξαναβρεθεί στο προσκήνιο ερευνών για γεωθερμία χωρίς συνέχεια, επιστρέφει τώρα με μια συνολική στρατηγική ανάπτυξης. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει την εγκατάσταση μιας πιλοτικής μονάδας ισχύος 250 kW και τη δημιουργία μιας μεγαλύτερης μονάδας ηλεκτροπαραγωγής. Αυτές οι ενέργειες αντιπροσωπεύουν έναν κρίσιμο βήμα προς την αξιοποίηση των υψηλών θερμοκρασιών του υπεδάφους και την επαναφορά της γεωθερμίας ως μια αξιόπιστη επιλογή στην ενεργειακή μετάβαση της χώρας.
Παράλληλα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προετοιμάζει νέα πρόταση για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου έως το τέλος του έτους, με σκοπό την επανεκκίνηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και τη διασφάλιση δυναμικής ανάπτυξης του τομέα της γεωθερμίας.
Η πρώτη φάση αφορά την πιλοτική μονάδα, για την οποία, σύμφωνα με πληροφορίες του energygame.gr, αναμένεται η προκήρυξη του διεθνούς διαγωνισμού στις 9 Οκτωβρίου. Αυτή η μονάδα θα λειτουργήσει σαν προμελέτη και θα παρέχει πολύτιμα δεδομένα για την αξιοποίηση του γεωθερμικού πεδίου της Λέσβου. Μετά την προκήρυξη, αναμένεται να διαρκέσει περίπου ένας μήνας η αξιολόγηση προσφορών, ενώ η παράδοση του απαραίτητου εξοπλισμού υπολογίζεται σε 8 έως 10 μήνες. Συνεπώς, η ολοκλήρωση της πιλοτικής μονάδας προγραμματίζεται για τα τέλη του 2026.
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα της διαδικασίας είναι ότι θα χρησιμοποιηθούν ήδη υπάρχουσες γεωτρήσεις, διευκολύνοντας την πρόοδο και μειώνοντας το κόστος, καθώς αποφεύγονται νέες χρονοβόρες γεωτρήσεις. Ο μικρός αυτός σταθμός θα είναι το πρώτο βήμα προς την πρακτική αξιοποίηση της γεωθερμίας στη Λέσβο και θα προσφέρει σημαντικά δεδομένα για τον σχεδιασμό της επόμενης φάσης.
Παράλληλα, προχωρούν οι διαδικασίες για τη μεγαλύτερη μονάδα ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 8 MW, που αποτελεί στρατηγικό στόχο του συνολικού σχεδίου. Η χωροθέτηση αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2025, προετοιμάζοντας το έδαφος για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, η οποία προβλέπεται να ξεκινήσει το δεύτερο τρίμηνο του 2026.
Δεδομένου του μεγέθους και της τεχνικής πολυπλοκότητας του έργου, η κατασκευή θα απαιτήσει διεθνή διαγωνισμό με διάρκεια τουλάχιστον έξι μηνών. Οι γεωτρήσεις θα χρειαστούν βάθος άνω του ενός χιλιομέτρου, και επειδή στη χώρα μας δεν υπάρχει ο κατάλληλος εξοπλισμός, θα απαιτηθεί η προμήθεια ειδικού γεωτρύπανου από το εξωτερικό με πιθανό χρονοδιάγραμμα προμήθειας έως έξι μήνες από την υπογραφή της σύμβασης. Παράλληλα, θα πρέπει να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα υλικά, πριν ξεκινήσει η γεώτρηση.
Η διάρκεια κάθε γεώτρησης υπολογίζεται σε περίπου τρεις μήνες, και συνολικά θα γίνουν δύο γεωτρήσεις. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, η διαδικασία θα ξεκινήσει στις αρχές του 2027 και θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος της ίδιας χρονιάς, παρέχοντας τις πρώτες σημαντικές πληροφορίες για τη σύσταση και τις θερμοκρασίες του γεωθερμικού πεδίου. Η ολοκλήρωση αυτών των γεωτρήσεων θα σηματοδοτήσει την έναρξη της κατασκευής της μονάδας.
Αναγκαία προϋπόθεση είναι η εξασφάλιση σύνδεσης με το δίκτυο, κάτι που δεν είναι εξασφαλισμένο. Η ΔΕΗ Ανανεώσιμες υπογραμμίζει τη σημασία της δέσμευσης ηλεκτρικού χώρου για τη διαχείριση του ρίσκου, καθώς καμία εταιρεία δεν θα θελήσει να επενδύσει σοβαρά σε έρευνες και γεωτρήσεις χωρίς τη διασφάλιση σύνδεσης.
Εφόσον όλα εξελιχθούν σύμφωνα με τον προγραμματισμό, η κατασκευαστική φάση της μονάδας αναμένεται να ξεκινήσει το 2028 και θα διαρκέσει από 1 έως 1,5 χρόνο, με πιθανή ολοκλήρωση και έναρξη εμπορικής λειτουργίας έως το 2031. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η επιτυχία των γεωθερμικών έργων στην Ελλάδα υπολογίζεται σε περίπου 50%, αφού απαιτούνται συγκεκριμένες συνθήκες όπως υψηλές θερμοκρασίες και ικανοποιητικές υδροφορικές ποσότητες.
Επιπλέον, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας εργάζεται για την ανάπτυξη ενός νέου θεσμικού πλαισίου για τη γεωθερμία προκειμένου να επανεκκινήσει την αγορά. Υποστηρίζεται ότι το αρμόδιο τμήμα του ΥΠΕΝ έχει ξεκινήσει τη σύνταξη μιας ολοκληρωμένης πρότασης, η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου μέχρι το τέλος του έτους. Αυτή η πρόταση θα συνιστά τη βάση ενός νέου στρατηγικού σχεδίου που θα συνοδεύεται από ειδικά κίνητρα και παρεμβάσεις για την επίλυση των χρόνιων προβλημάτων του τομέα.
Στο σχέδιο αυτό θα περιλαμβάνεται η δημιουργία ενός δομημένου διαλόγου με συμμετοχή επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις ανανεώσιμες πηγές αλλά και ενεργειακών ομίλων με εμπειρία στον τομέα των υδρογονανθράκων, που έχουν γνώση και πόρους για επενδύσεις στη γεωθερμία. Η απλοποίηση διαδικασιών αδειοδότησης και η ταχύτερη εξέταση αιτημάτων θα αναδειχθούν σε κεντρικά ζητήματα, παράλληλα με τα οικονομικά εργαλεία που θα εισαχθούν.
Ωστόσο, η γεωθερμία αντιμετωπίζει προκλήσεις σε θεσμικό, τεχνικό και οικονομικό επίπεδο, που περιορίζουν την ανάπτυξή της στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Σύμφωνα με τον Δημήτρη Τσιφουτίδη, ένα από τα κύρια προβλήματα είναι το υψηλό αρχικό κόστος και οι αυξημένες αβεβαιότητες που συνοδεύουν τα γεωθερμικά έργα, καθώς και η έλλειψη επαρκούς ηλεκτρικού χώρου και η χαμηλή προτεραιότητα που δίνεται στη σύνδεση με το δίκτυο.
«Ποιος θα επενδύσει περιμένοντας στην ουρά για σύνδεση;» δήλωσε κριτικά, επισημαίνοντας την επείγουσα ανάγκη για διόρθωση των στρεβλώσεων ώστε η γεωθερμία να καταστεί ανταγωνιστική, όπως συμβαίνει σε χώρες όπως η Τουρκία, η Ιταλία, η Κένυα και η Ισλανδία. Επιπλέον, οι ελλείψεις ενημέρωσης του κοινού και του ειδικευμένου προσωπικού αναδεικνύονται ως σημαντικά εμπόδια ανάπτυξης, με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να προτρέπει συνεργασία με εκπαιδευτικά ιδρύματα για την κάλυψη αυτού του κενού.
Αυτή η κίνηση εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική για την επαναξιολόγηση της γεωθερμίας, την οποία στηρίζουν τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, οι οποίοι αναγνωρίζουν τη στρατηγική σημασία του τομέα. Παράλληλα, στο προσκήνιο αναμένεται να τεθεί και το ζήτημα της εκπαίδευσης και ενίσχυσης της εξειδικευμένης εργασίας, κρίσιμα στοιχεία για την ανάπτυξη νέων έργων.
Διαβάστε επίσης