Η BluPeak Estate Analytics δημοσίευσε πρόσφατα στοιχεία που φωτίζουν το φαινόμενο των αναξιοποίητων ακινήτων στην Ελλάδα, αποκαλύπτοντας τις κοινωνικές, οικονομικές και θεσμικές πτυχές του. Αυτή η κατάσταση έχει άμεσες συνέπειες για την αγορά κατοικίας καθώς και για τη γενικότερη λειτουργία της οικονομίας.
Σύμφωνα με τις συγκεντρωμένες πληροφορίες, η Ελλάδα αντιμετωπίζει περίπου 6.500 εκκρεμείς κληρονομιές, εκ των οποίων οι 4.500 παραμένουν στην κατάσταση της σχολάζουσας περιουσίας χωρίς νόμιμο ιδιοκτήτη. Επιπλέον, πάνω από 75.000 ακίνητα που ανήκουν σε δημόσιους φορείς ή ιδρύματα παραμένουν ανενεργά, χωρίς πρόγραμμα αξιοποίησης. Σ’ αυτό το σύνολο προστίθενται περίπου 25.000 ακίνητα που είναι υπό τη διαχείριση εταιρειών απαιτήσεων, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες διαμερίσματα σε όλη τη χώρα είναι επίσης κενά και απροστάτευτα.
Η σημασία αυτού του φαινομένου επιτείνεται από την τρέχουσα κοινωνικοοικονομική κατάσταση, καθώς τα τελευταία χρόνια η στέγαση έχει γίνει ολοένα πιο δύσκολη. Οι ενοικιαστικές τιμές έχουν αυξηθεί δραματικά, περιορίζοντας την πρόσβαση στην αγορά κατοικίας για νέα ζευγάρια και οικογένειες. Οι στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτουν ότι πάνω από το 33% των νοικοκυριών ξοδεύει το 40% ή και περισσότερο από το μηνιαίο τους εισόδημα για να καλύψει το κόστος της στέγης, καθιστώντας τη στεγαστική κρίση μία από τις κορυφαίες κοινωνικές προκλήσεις της εποχής.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη, καθώς πάνω από δύο εκατομμύρια κατοικίες παραμένουν αχρησιμοποίητες. Πολλά από αυτά τα ακίνητα ανήκουν σε δημόσιες υπηρεσίες, χωρίς να υπάρχει κεντρικός μηχανισμός για την καταγραφή και διαχείριση τους. Αυτά τα ακίνητα καταγράφονται αποσπασματικά στο Κτηματολόγιο, το Ε9 ή σε διάφορες υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σαφής εικόνα ιδιοκτησίας.
Ο Βασίλης Ηλιόπουλος, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της BluPeak Estate Analytics, υπογραμμίζει ότι η ανάπτυξη ενός Εθνικού Ψηφιακού Μητρώου Ακινήτων είναι το κρίσιμο πρώτο βήμα για την επίλυση αυτού του προβλήματος. Η πλήρης καταγραφή και ψηφιοποίηση της ακίνητης περιουσίας είναι απαραίτητη προκειμένου να διαπιστωθεί ποια ακίνητα ανήκουν στο Δημόσιο, ποια είναι σε χρήση, ποια παραμένουν ανενεργά και ποια μπορούν να αξιοποιηθούν. Μέσα από τη συγκέντρωση και διασταύρωση δεδομένων από το Κτηματολόγιο, το Ε9, τους Δήμους και τις αναγκαίες βάσεις δεδομένων, μπορεί να διαμορφωθεί μια συνολική εικόνα της παρούσας περιουσίας.
«Απαραίτητη προϋπόθεση η καταγραφή των ακινήτων για την υλοποίηση του Ενιαίου Μητρώου», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Μέσω αυτού, θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε με ακρίβεια τις δυνατότητες αξιοποίησης για κοινωνική στέγαση, επενδύσεις ή ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων. Παράλληλα, η συγκρότηση ενός ενιαίου μητρώου συμβάλλει στη μείωση της γραφειοκρατίας, επιταχύνει τις διαδικασίες και διευκολύνει την εφαρμογή πολιτικών που μπορούν να προσφέρουν ουσιαστικές λύσεις σε τοπικό και εθνικό επίπεδο».
Η δημιουργία του Ενιαίου Μητρώου Ακινήτων ενδέχεται να αποτελέσει έναν καθοριστικό παράγοντα για την αποδοτική διαχείριση της ακίνητης περιουσίας, αλλά προϋποθέτει πρώτα τη σωστή καταγραφή και χαρτογράφηση της.