
Η κατανάλωση φρέσκου ψαριού στα ελληνικά και ευρωπαϊκά νοικοκυριά μειώνεται σταθερά, με την οικονομική πίεση να θεωρείται ο κύριος παράγοντας πίσω από αυτή την τάση. Οι τιμές αυξάνονται ραγδαία από το 2020 έως το 2024, ωθώντας πολλούς καταναλωτές στην αναγκαία τροποποίηση των διατροφικών τους προτιμήσεων.
Η νέα έκθεση της Κομισιόν, με τίτλο EU Fish Market 2025, προσφέρει μια λεπτομερή εικόνα της κατάστασης στην ευρωπαϊκή αγορά αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Σύμφωνα με στοιχεία που θα ισχύουν μέχρι τις αρχές του 2025, παρατηρούνται ασταθείς τιμές, δυναμικές συνθήκες προσφοράς και μεταβαλλόμενη καταναλωτική συμπεριφορά.
Η κατανάλωση φρέσκου ψαριού μειώνεται
Στην ΕΕ, η δαπάνη για προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας αυξήθηκε κατά 4% το 2024, φτάνοντας τα 62,8 δισ. ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως στην ανατίμηση των προϊόντων, καθώς η συνολική κατανάλωση παραμένει πτωτική.
Η κατανάλωση φρέσκου ψαριού εντός των σπιτιών υποχώρησε κατά 5% το 2024, γεγονός που ανησυχεί ιδιαίτερα τις μεσογειακές χώρες που παρουσίαζαν παραδοσιακά υψηλή κατανάλωση. Χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Πορτογαλία και η Γερμανία συνεχίζουν την πτωτική πορεία που είχε αρχίσει από το 2021. Στην κατάταξη, η Ελλάδα κατατάσσεται 10η, με τα νοικοκυριά να δαπανούν 1,247 δισ. ευρώ (+6%).

Όπως αναλύεται στην έκθεση της Κομισιόν, η μείωση της αγοραστικής δύναμης μεταξύ 2020 και 2024 είχε σοβαρές επιπτώσεις στην κατανάλωση.
Οι τιμές των αλιευτικών προϊόντων και των υδατοκαλλιεργειών ανέβηκαν άνω του 25% κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ωστόσο εξακολουθούν να παραμένουν κατώτερα από την αύξηση τιμών άλλων τύπων ζωικών πρωτεϊνών.
Οι συνολικές εισαγωγές ανήλθαν σε 5,9 εκατ. τόνους, με συνολική αξία 29,9 δισ. ευρώ, δείχνοντας μικρή μείωση 1% σε πραγματικούς όρους και μικρή αύξηση 0,3% σε όγκο συγκριτικά με το 2023.
Εντούτοις, οι εξαγωγές παρουσίασαν μια ελαφρά αύξηση (1% φτάνοντας τα 8,25 δισ. ευρώ), αν και οι όγκοι υποχώρησαν στο χαμηλότερο σημείο από το 2019, με 2,2 εκατ. τόνους.
Αυτή η εξέλιξη οδήγησε για πρώτη φορά από το 2018 στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος της ΕΕ κατά 2% το 2024, που ανήλθε στα 21,61 δισ. ευρώ. Για σύγκριση, το έλλειμμα των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 5%, ενώ της Ιαπωνίας μειώθηκε περίπου 3%.
Οι εμπορικές συναλλαγές εντός της ΕΕ για προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας παρουσίασαν σημαντική επιβράδυνση το 2024, με τον συνολικό όγκο και την αξία να έχουν μειωθεί κατά 1%, φτάνοντας τα 5,8 εκατ. τόνους και 31,7 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Η αξία των ενδοενωσιακών πωλήσεων σολομού και μπακαλιάρου ανήλθε σχεδόν στο 40% της συνολικής αξίας των εμπορικών ροών προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας.
Η Ολλανδία διατηρεί την πρωτοκαθεδρία στην ενδοενωσιακή αγορά, αποτελώντας βασικό κόμβο για τα προϊόντα του κλάδου.
Ο δείκτης αυτάρκειας της ΕΕ, δηλαδή η ικανότητα να καλύπτει τη ζήτηση με εγχώρια παραγωγή, παρουσίασε αύξηση για πρώτη φορά από το 2018, φτάνοντας το 38,1%.
Η φαινόμενη κατανάλωση στην ΕΕ, που υπολογίζεται μέσω των αλιευμάτων, της παραγωγής από υδατοκαλλιέργειες και των εισαγωγών μείον τις εξαγωγές, υποχώρησε στα 22,89 κιλά ανά κάτοικο το 2023, σημειώνοντας το χαμηλότερο επίπεδο την τελευταία δεκαετία και 3% χαμηλότερα από το 2022.
Η κατανάλωση από άγρια αλιεία ήταν 16,35 κιλά ανά κάτοικο, επίσης το χαμηλότερο επίπεδο στη δεκαετία, ενώ η κατανάλωση από υδατοκαλλιέργειες ανήλθε σε 6,53 κιλά ανά κάτοικο.
Η Πορτογαλία παραμένει η κορυφαία χώρα στην κατανάλωση ανά κάτοικο, φτάνοντας τα 53,61 κιλά το 2023.
Διαβάστε ακόμη
Έρευνα BLS: Τα 10 ταχύτερα αναπτυσσόμενα επαγγέλματα της επόμενης δεκαετίας (λίστα)
TUI: Στην κορυφή η Ελλάδα στα ταξίδια για τους Γερμανούς το 2026 – Οι πρώτες τάσεις της νέας θερινής σεζόν
Εκπνέει η προθεσμία για το επίδομα θέρμανσης – Οδηγός της τελευταίας στιγμής για τους δικαιούχους
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα.