Η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή έχει εντείνει τη συχνότητα και την ένταση περισσότερων από 200 καυσώνων παγκοσμίως από το 2000 έως το 2023, σύμφωνα με μια πολυάριθμη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature από ερευνητές του ETH Zurich. Η έρευνα επικεντρώθηκε σε 213 καύσωνες που εκδηλώθηκαν σε όλες τις ηπείρους, αν και παρατηρήθηκε σημαντική υποεκπροσώπηση των δεδομένων από την Αφρική και τη Νότια Αμερική.
Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η κλιματική αλλαγή έχει αυξήσει την πιθανότητα και την ένταση αυτών των ακραίων καιρικών φαινομένων. Μάλιστα, η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει καταστήσει τους καύσωνες 20 φορές πιο πιθανούς στη δεκαετία 2000-2009 και 200 φορές πιο πιθανούς την περίοδο 2010-2019, σε σχέση με το διάστημα 1850-1900.
Στη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν και τις εκπομπές ρύπων από 180 μεγάλες εταιρείες παραγωγής ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου. Το 60% των συνολικών εκπομπών CO2 από το 1850 έως το 2023 προέρχεται από αυτές τις εταιρείες, ενώ το υπόλοιπο κλίμα εκπομπών σχετίζεται κυρίως με την ανθρώπινη χρήση γης. Οι ερευνητές υπολόγισαν επίσης την συμβολή κάθε εταιρείας στην αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Η μελέτη υπογραμμίζει ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από αυτές τις κορυφαίες εταιρείες έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στην κλιματική αλλαγή, καθιστώντας τους καύσωνες πιο συχνούς και έντονους. Ιδιαίτερα, δεκατέσσερις από αυτές τις εταιρείες ευθύνονται για την ίδια ποσότητα εκπομπών με τις υπόλοιπες 166. Ακόμα και οι λιγότερο επιβλαβείς από αυτές τις εταιρείες έχουν αρκετές εκπομπές για να προκαλέσουν καύσωνες, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές.