Η Ελλάδα εξακολουθεί να επιδεικνύει θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα και για το 2025, καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης ανήλθε σε 9,1 δισ. ευρώ κατά το επτάμηνο, σε σύγκριση με 5,3 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Σύμφωνα με το Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του Economic Research της Alpha Bank, η θετική αυτή πορεία προέρχεται από τρία διαδοχικά έτη πλεονασμάτων, αναμένοντας 4,8% του ΑΕΠ το 2024, με σημαντική συμβολή στην προσπάθεια περιορισμού της φοροδιαφυγής. Αυτή η εξέλιξη είναι κρίσιμη, καθώς παρέχει τη δυνατότητα για μόνιμες αναπτυξιακές παρεμβάσεις που θα αντιμετωπίσουν διαχρονικά προβλήματα, όπως είναι το στεγαστικό, το δημογραφικό ζήτημα, η υψηλή φορολογική επιβάρυνση από τα μνημόνια και η χαμηλή συμμετοχή των νέων στην αγορά εργασίας.
Η αύξηση του πλεονάσματος οφείλεται κυρίως στην τόνωση των φορολογικών εσόδων, τα οποία ανήλθαν σε 2,5 δισ. ευρώ. Αυτό επιτεύχθηκε με την αύξηση τόσο των άμεσων όσο και των έμμεσων φόρων, λόγω παραγόντων όπως ο πληθωρισμός, η άνοδος των εισοδημάτων, η ενίσχυση της απασχόλησης, καθώς και η αύξηση των τουριστικών εσόδων και της κατανάλωσης.
Στο πρώτο εξάμηνο της χρονιάς, η οικονομία παρουσίασε ρυθμό ανάπτυξης 2%, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο των κρατών μελών της ΕΕ-27, ο οποίος κυμάνθηκε στο 1,6%. Προβλέπεται να συνεισφέρει στην ανάπτυξη η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις, οι οποίες καταγράφουν σημαντική αύξηση, με το δεύτερο τρίμηνο να φτάνει το 6,5%.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε νέα μέτρα ύψους 1,76 δισ. ευρώ για το 2026 και 2,46 δισ. για το 2027 στην πρόσφατη ΔΕΘ, εκμεταλλευόμενη τον δημοσιονομικό χώρο. Αυτά περιλαμβάνουν αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας, φοροελαφρύνσεις για οικογένειες και νέους, αυξήσεις μισθών και συντάξεων, καθώς και μειώσεις του ΕΝΦΙΑ για κύριες κατοικίες σε μικρούς οικισμούς. Επιπλέον, θα εισαχθεί νέος συντελεστής για τα εισοδήματα από ενοίκια, θα επεκταθεί ο μειωμένος ΦΠΑ σε ακριτικά νησιά και θα αναμορφωθεί το σύστημα τεκμηρίων.
Βασικός στόχος των μέτρων είναι η ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος, που έχει πληγεί από τον υψηλό πληθωρισμό. Οι φοροελαφρύνσεις στοχεύουν στη μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας, δημιουργώντας κίνητρα για πρόσληψη και την ένταξη περισσότερων νέων στην απασχόληση, όπου η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ.
Επιπλέον, οι δημογραφικές παρεμβάσεις επιδιώκουν την αναστροφή της υπογεννητικότητας, καθώς ο δείκτης γονιμότητας παραμένει πολύ κάτω από το απαιτούμενο. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις για τις οικογένειες, σε συνδυασμό με πολιτικές πρόνοιας, αναμένονται να συμβάλουν στην βελτίωση των συνθηκών.
Σημαντική είναι επίσης η πρόβλεψη για περιφερειακή ανάπτυξη, μέσω ελαφρύνσεων φόρων σε μικρούς οικισμούς και νησιά, προκειμένου να προαχθεί η αποκέντρωση και να υποστηριχθεί η τοπική κοινωνία.
Εξίσου κεντρικά μπαίνει το ζήτημα των στεγαστικών μέτρων, όπως η επιστροφή ενός ενοικίου ετησίως από το 2025, οι απαλλαγές φόρου για κενές κατοικίες που μισθώνονται μακροπρόθεσμα και η κοινωνική αντιπαροχή μέσω αξιοποίησης ακινήτων του Δημοσίου για την κατασκευή νέων κατοικιών, με σκοπό την αύξηση της προσφοράς και τη μείωση του κόστους στέγασης.