Οι συζητήσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Σλοβακίας σχετικά με το ρωσικό φυσικό αέριο δεν έχουν προχωρήσει, σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις. Στο πλαίσιο του Άτυπου Υπουργικού Συμβουλίου της Ενεργειακής Κοινότητας στην Αθήνα, ο Επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ, Νταν Γιόργκενσεν, τόνισε την επιτακτική ανάγκη να σταματήσουν οι εισαγωγές ρωσικού αερίου μέχρι το τέλος του 2027. Από την πλευρά της, η Σλοβακία εξέφρασε για άλλη μια φορά τις αντιρρήσεις της, ασκώντας βέτο στις νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ενώ ο Πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο χαρακτήρισε «ηλίθια» την πρόταση της Επιτροπής για την απεξάρτηση από τα ρωσικά καύσιμα. Μάλιστα, σε επιστολή του προς την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την οποία δημοσιοποίησε στο X, επεσήμανε πως η χώρα του δεν θα υποστηρίξει ποτέ το προτεινόμενο σχέδιο.
Στο μεταξύ, η Ελλάδα φαίνεται να βρίσκεται σε μια διπλωματική ευθεία απέναντι σε αυτό το ζήτημα. Πηγές αναφέρουν ότι η χώρα υποστηρίζει την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ωστόσο, τονίζει την ανάγκη οι διαδικασίες να είναι ρεαλιστικές. Σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, η απεξάρτηση πρέπει να διασφαλίσει τρεις βασικές προϋποθέσεις: πρώτον, να μην οδηγήσει σε αύξηση των τιμών ενέργειας, κάτι που είναι κεντρική ανησυχία αρκετών κρατών μελών. Δεύτερον, να αποκλείσει την έμμεση εισαγωγή ρωσικού αερίου μέσω του αγωγού Turkstream. Τρίτον και εξίσου σημαντικό, η διαδικασία θα πρέπει να είναι νομικά βιώσιμη ώστε να μην προκαλέσει προβλήματα στις ευρωπαϊκές εταιρείες που έχουν συμβάσεις με τη Gazprom. Αυτή τη θέση μετέφερε η ελληνική αντιπροσωπεία κατά την πρόσφατη επίσκεψη του κυρίου Γιόργκενσεν στην Αθήνα.
Η ελληνική οικονομία παραμένει ακόμη σε σημαντική εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο. Τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ δείχνουν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2025, το ρωσικό αέριο μέσω του αγωγού Turkstream κάλυπτε σχεδόν το 40% των εισαγωγών της χώρας, σε μια περίοδο με αυξημένη ζήτηση για φυσικό αέριο, κυρίως για ηλεκτροπαραγωγή. Αυτό σημαίνει ότι τυχόν διακοπή των ροών ρωσικού αερίου θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες. Παρά ταύτα, ο υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου δήλωσε αισιόδοξος κατά τη διάρκεια της συνάντησης της Ενεργειακής Κοινότητας, αναφέροντας: «Θα πρέπει να είμαστε περήφανοι για την πρόοδο που έχουμε σημειώσει στον τομέα του φυσικού αερίου. Έχει επέλθει μια ουσιαστική μεταβολή χάρη στον Κάθετο Διάδρομο. Πλέον δεν εξαρτόμαστε από το ρωσικό αέριο, έχουμε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) που έρχεται διά θαλάσσης από τον Νότο και φτάνει μέχρι την Ουκρανία και τη Μολδαβία», σχετικά με τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Σημαντικά ευρήματα προέκυψαν από πρόσφατη έκθεση του Oxford Institute for Energy Studies, η οποία αναλύει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πλήρη διακοπή των ροών ρωσικού αερίου έως το 2027. Όπως αναφέρεται, «δεν είναι σαφές εάν αξίζει να αναληφθεί αυτός ο κίνδυνος, προκειμένου να διακοπούν μικρές ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ μετά το 2027 στα πλαίσια των υφιστάμενων συμβολαίων». Οι πιθανές αυξήσεις τιμών που θα προκύψουν από την κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών συνιστούν πρόβλημα τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και παγκόσμιο επίπεδο. Η έκθεση προειδοποιεί ότι η πρόταση μπορεί να καταστεί εμπόδιο στην πορεία προς έναν κόσμο χωρίς ρωσικό αέριο, και ότι η Επιτροπή διακινδυνεύει να αδυνατίσει τη νομική και εμπορική θέση των ευρωπαίων εισαγωγέων αερίου, δημιουργώντας παράλληλα επαυξημένα διοικητικά βάρη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και κινδύνους στην ενεργειακή ασφάλεια, ιδιαίτερα για τις χώρες της Νοτιοανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης.
Η πρόταση για πλήρη διακοπή των εισαγωγών ρωσικού αερίου έχει προκαλέσει αντιπαραθέσεις εντός της ΕΕ, αναδεικνύοντας τις διαφορετικές απόψεις των κρατών μελών. Κράτη όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία αντίκεινται στο σχέδιο, το οποίο φοβούνται ότι θα θέσει σε κίνδυνο την ενεργειακή τους ασφάλεια, ενώ χώρες όπως η Δανία και οι βαλτικές χώρες εκφράζουν τη στήριξή τους στην πρόταση της Επιτροπής. Στο ενδιάμεσο, χώρες όπως η Ισπανία, το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ελλάδα επισημαίνουν τη σημασία του ρεαλισμού στην προσέγγιση αυτής της κρίσιμης κατάστασης. Η πιθανότητα εμφάνισης νέων επεισοδίων πριν επιτευχθεί ενότητα στο ζήτημα φαίνεται να είναι υψηλή, σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα.
Διαβάστε ακόμη