
Με ενδιαφέρον αναμένονται οι επόμενες εξελίξεις στην Aluminium Dunkerque, τη γνωστή μονάδα παραγωγής αλουμινίου που έχει υπηρετήσει τη βιομηχανία της Γαλλίας από το 1991. Η μονάδα, υπό ιδιοκτησία του αμερικανικού επενδυτικού κεφαλαίου AIP, τίθεται προς πώληση, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg, οι εταιρείες Rio Tinto, Glencore και Metlen Energy & Metals έχουν ήδη υποβάλει μη δεσμευτικές προσφορές. Αυτή η κίνηση δεν σηματοδοτεί οικονομική αδυναμία, αλλά αποτελεί μέρος της στρατηγικής του AIP, το οποίο ανήγειρε την Aluminium Dunkerque το 2021 και τώρα επιδιώκει να αποκτήσει υπεραξία. Ορισμένα σενάρια περιλαμβάνουν είτε την πώληση της μονάδας είτε την είσοδό της στο Χρηματιστήριο.
Η Aluminium Dunkerque διακρίνεται για την καινοτόμο της προσέγγιση από την ίδρυσή της, ιδρύθηκε από τον γαλλικό όμιλο Pechiney και έχει εξελιχθεί σε πρωτοπόρο στην παραγωγή πρωτογενούς αλουμινίου στην Ευρώπη. Με ετήσια παραγωγή 300.000 τόνων, ο τζίρος της φτάνει περίπου τα 800 εκατομμύρια ευρώ, απασχολώντας 750 άτομα. Όντας και ο μεγαλύτερος πελάτης της EDF για μια μόνο εγκατάσταση, η υψηλή ενεργειακή της κατανάλωση υπογραμμίζει τη στρατηγική της σημασία.
Ελαφρύ και ανθεκτικό, το αλουμίνιο βρίσκει εφαρμογές σε πλήθος τομέων όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η αεροναυπηγική, οι κατασκευές και η συσκευασία. Η Pechiney, η οποία ιδρύθηκε το 1921, ήταν ηγέτης στον τομέα των μετάλλων και της χημείας, με έντονη παρουσία σε αλουμίνιο, χαλκό, ειδικούς χάλυβες και πυρηνικά καύσιμα. Η ίδρυση της μονάδας στη Δουνκέρκη αποτέλεσε κομβικό σημείο στην αναγέννηση της βιομηχανίας μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1970.
© Aluminium Dunkerque
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Pechiney υπήρξε αντικείμενο σοβαρών διεθνών ανακατατάξεων, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της Le Figaro. Το 2000, η εταιρεία επιχείρησε να συγχωνευθεί με την Algroup και την Alcan, αλλά η πρόταση απορρίφθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τελικά, το 2003, η Alcan εξαγόρασε την Pechiney και το 2007 η Rio Tinto απέκτησε την Alcan, πωλώντας σταδιακά τα περιουσιακά στοιχεία της Pechiney, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων εταιρειών. Το 2013, η μονάδα στο Saint-Jean-de-Maurienne πέρασε στη γερμανική Trimet, ενώ το 2018 η Δουνκέρκη πωλήθηκε στη βρετανική GFG.
Η GFG αποπειράθηκε να κρατήσει την ανάπτυξη της μονάδας, αλλά οι επιπτώσεις της πανδημίας αποκάλυψαν αδυναμίες στο οικονομικό μοντέλο που είχε υιοθετηθεί. Το AIP, που χρηματοδότησε τη μονάδα, απέκτησε τον έλεγχο της μετατρέποντας το χρέος σε μετοχές και προσφέροντας στήριξη σε κρίσιμες στιγμές, ειδικότερα μετά την αύξηση των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος εξαιτίας της όξυνσης της κρίσης στην Ουκρανία.
Η παραγωγή πρωτογενούς αλουμινίου είναι γνωστή για την ενεργειακή της κατανάλωση και η μονάδα στη Δουνκέρκη συνδυάζει στρατηγική θέση δίπλα σε λιμάνι και πυρηνικό σταθμό. Το 2022, η μονάδα προχώρησε σε περιορισμό της παραγωγής για να αποφύγει τις οικονομικές ζημιές, αλλά το 2023 κατέγραψε ανάκαμψη και το AIP επένδυσε 13 εκατομμύρια ευρώ για τη δημιουργία νέου κλιβάνου ανακυκλωμένου αλουμινίου, μειώνοντας το ανθρακικό αποτύπωμα.
Η συμφωνία με την EDF για δεκαετή επιδότηση ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι καθοριστική για το μέλλον της μονάδας, καθώς καλύπτει τις ανάγκες της μετά την κατάργηση του μηχανισμού Arenh το 2025. Με αυτή την ασφάλεια, το AIP μπορεί να προχωρήσει στην πώληση, παρέχοντας στους υποψήφιους επενδυτές τη δυνατότητα να αναπτύξουν ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο.
© Aluminium Dunkerque
Διαβάστε ακόμη