
Η γερμανική κυβέρνηση έχει καταλήξει σε μια σημαντική απόφαση αναφορικά με τη μείωση του ενεργειακού κόστους για τις βιομηχανίες της χώρας. Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας Les Echos, το κυβερνητικό σχέδιο περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας επιδοτούμενης τιμής για την ηλεκτρική ενέργεια, με στόχο την εφαρμογή ενός ανώτατου ορίου πέντε λεπτών ανά κιλοβατώρα κατά τη διάρκεια της τριετίας 2026-2028. Ωστόσο, αυτή η απόφαση προϋποθέτει σημαντική χρηματοδότηση, η οποία αναμένεται να φτάσει μεταξύ 3 έως 5 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Ο Καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να εγκρίνει το σχέδιο.
Πέρα από τις εν λόγω επιδοτήσεις, η κυβέρνηση θα προκηρύξει διαγωνισμό το 2026 για την κατασκευή μονάδων ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο συνολικής ισχύος 8 γιγαβάτ (GW), με προοπτική έναρξης λειτουργίας έως το 2031. Στη συνέχεια, θα προχωρήσουν διαγωνισμοί για την προσθήκη 4 GW επιπλέον ισχύος. Η γερμανική κυβέρνηση στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα στη βιομηχανία, υπογραμμίζοντας τη στήριξή της και δρομολογώντας πρωτοβουλίες για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας εν μέσω αυξανόμενων ενεργειακών τιμών και εντατικού διεθνούς ανταγωνισμού. Παράλληλα, η Γερμανία επενδύει στις δυνατότητές της να υποστηρίξει βαρύτερα οικονομικά σχέδια.
Αντίθετα, χώρες της Ευρώπης, όπως η Ελλάδα, αντιμετωπίζουν πιο περίπλοκες καταστάσεις λόγω περιορισμένων δημοσιονομικών πόρων. Όπως αναφέρεται από το energygame.gr, αναμένονται ανακοινώσεις μέσα στον Νοέμβριο για μέτρα ενίσχυσης της εγχώριας βιομηχανίας, η οποία πλήττεται από το υψηλό ενεργειακό κόστος. Η πολιτική ηγεσία έχει επεξεργαστεί 5 έως 6 εναλλακτικά σενάρια, καθένα με διαφορετική αποτελεσματικότητα και οικονομικές επιπτώσεις, και οι τελικές αποφάσεις αναμένονται σύντομα.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η προσέγγιση της κυβέρνησης έχει αναθεωρηθεί σε σύγκριση με τα αρχικά σχέδια του καλοκαιριού. Αντί να υιοθετηθεί ένα ενιαίο μέτρο, φαίνεται ότι προκρίνεται η δημιουργία ενός «πακέτου» παρεμβάσεων προσαρμοσμένων στις ανάγκες κάθε επιχείρησης. Ο στόχος είναι η στήριξη να παρουσιάσει μεγαλύτερη ευελιξία και να διατηρήσει ελεγχόμενο το δημοσιονομικό κόστος, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τις δυσκολίες της έγκρισης κρατικών ενισχύσεων από τις Βρυξέλλες.
Αυτή η στρατηγική περιλαμβάνει τη διεύρυνση των δικαιούχων πέρα από τη βαριά βιομηχανία, ώστε να ενταχθούν και άλλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις σε διάφορους τομείς. Η λογική της εξατομικευμένης στήριξης θεωρείται ότι ευθυγραμμίζεται καλύτερα με τις αρχικές προθέσεις της πολιτικής ηγεσίας, εμπεριέχοντας ευρύτερη κάλυψη για τις επιχειρήσεις και ταυτόχρονη συγκράτηση του δημοσιονομικού κόστους.
Στο επίκεντρο της συζήτησης βρίσκεται και η πρόταση για την αύξηση του ποσοστού των εσόδων από τις δημοπρασίες ρύπων που κατευθύνονται προς τη βιομηχανία. Το ισχύον ποσοστό του 13% από τα συνολικά έσοδα δύναται να φτάσει το 25%, επιτρέποντας τη διάθεση επιπλέον πόρων χωρίς την ανάγκη άμεσης χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτή η λύση θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως «βαλβίδα πίεσης» για επιχειρήσεις που δεν έχουν άλλες πηγές χρηματοδότησης.
Το κόστος ενέργειας για τις βιομηχανίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το κόστος παραγωγής και με τις προσπάθειες της ΕΕ να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της. Αντιμέτωπη με αυτή την πρόκληση, η Γερμανία προχώρησε σε αποφάσεις. Σύντομα, άλλες χώρες της Ένωσης θα κληθούν να αντιμετωπίσουν παρόμοιες προκλήσεις, ώστε να αποτρέψουν κλεισίματα εργασιών και μεταφορές παραγωγής εκτός Ευρώπης. Όπως προκύπτει από κυβερνητικές πηγές και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ, η ώρα των αποφάσεων πλησιάζει για την Ελλάδα.
Διαβάστε ακόμη